ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΚΑΠΛΑΝΗ

ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΚΑΠΛΑΝΗ

ΓκέοργκΤρακλ, Ένας οδοιπόρος στον μαύρο άνεμο

 Ένας οδοιπόρος στον μαύρο άνεμο

Μετάφραση: Ιωάννα Αβραμίδου, Νησίδες, Θεσσαλονίκη, 2014.

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΔΙΟΡΑΜΑ τευχ. 3  Δεκ 2015

Μια αβέβαιη διαδρομή στα σκοτεινά μονοπάτια του ανθρώπου

Στην εκπνοή του 2014, εκατό χρόνια μετά το θάνατο του Γκέοργκ Τρακλ, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Νησίδες»  ένα καλαίσθητο βιβλίο που περιέχει μια επιλογή των αντιπροσωπευτικότερων ποιημάτων του Τρακλ, σε μετάφραση της Ιωάννας Αβραμίδου. Τίτλος του: «Ένας οδοιπόρος στον μαύρο άνεμο».  Η μεταφράστρια συνοδεύει την επιλογή αυτή με μια ενδιαφέρουσα και εμπεριστατωμένη εισαγωγή, που επιτρέπει στον αναγνώστη να γνωρίσει τις βασικές αρχές της ποιητικής του Τρακλ, ώστε να μπορέσει μετά μόνος του  να περιηγηθεί στα γλωσσικά τοπία του δημιουργού.
Η Ιωάννα Αβραμίδου έχει μια ιδιαίτερη αγάπη για τη γερμανική ποίηση και μια εκλεκτική συγγένεια με σπουδαίους εκπροσώπους της, όπως τουλάχιστον δείχνουν οι δημοσιευμένες και αδημοσίευτες μεταφράσεις της. Με ιδιαίτερη ευαισθησία στους ήχους και τα νοήματα των λέξεων, με σεβασμό στη διαφορετική γλώσσα του πρωτοτύπου, αγάπη για τους δημιουργούς, ενσυναίσθηση και βαθιά γνώση της κουλτούρας του συγγραφέα που κάθε φορά επιλέγει να μεταφράσει, μας έχει δώσει, με σεμνότητα και γενναιοδωρία, αξιόλογα δείγματα μεταφρασμένου λόγου στην ποίηση, το δοκίμιο και τη φιλοσοφία. Δεν περιορίζεται μόνο σε γερμανόφωνους συγγραφείς. Μεταφράζει με την ίδια άνεση και από τα αγγλικά και τα γαλλικά. Η στάση της απέναντι στα κείμενα που καλείται να μεταφράσει είναι διακριτική. Δεν ζητά να αντικαταστήσει ούτε καν να υποκαταστήσει το δημιουργό, τουναντίον γνωρίζει πώς να στέκεται ένα βήμα πιο πίσω, αφήνοντας χώρο στα κείμενα και τους συγγραφείς. Δε θυσιάζει την ακρίβεια και την πιστότητα για λόγους εντυπωσιασμού, δεν προσαρμόζει όλους τους ποιητές στο δικό της ύφος, αλλά προσπαθεί να μεταφέρει, όσο αυτό είναι εφικτό, το ύφος του κάθε συγγραφέα στη γλώσσα μας. Το ίδιο συμβαίνει και με την περίπτωση του Τρακλ. Πολύχρονη η συνομιλία της μεταφράστριας με τον ποιητή, πολύχρονη και βαθιά η σχέση και η εξοικείωση με το έργο του.
Ο Τρακλ, παρά το σύντομο πέρασμα του από τη ζωή και την τέχνη (1887-1914), άφησε ανεξίτηλο ίχνος στη γερμανική  και γενικότερα στην ευρωπαϊκή ποιητική παράδοση. Στη Γερμανία εξακολουθεί να είναι από τους σημαντικότερους ποιητές του προηγούμενου αιώνα. Ο Τρακλ είναι η σκοτεινή πλευρά του Χαίλντερλιν, ένας πρόδρομος του Τσέλαν. Γνωρίζει άριστα τους κανόνες της ποιητικής παράδοσης, έχει αφομοιώσει γόνιμα επιρροές από τον Νοβάλις, τον Χαίλντερλιν, τον Χόφμαν, τον Μποντλέρ, τον Βερλέν, τον Ρεμπώ, συνομιλεί μαζί τους ρητά και άρρητα και την ίδια στιγμή με βήματα ελεγχόμενα απομακρύνεται από την παράδοση και νεωτερίζει. Ξεκινά να γράφει σε ομοιοκατάληκτο στίχο, τετράστιχα ποιήματα, τερτσίνες, ροντέλα, σονέτα και στην τελευταία φάση της ζωής του περνά και σε ποιήματα με μακροσκελείς ελεύθερους στίχους. Περνά δίπλα από τον εξπρεσιονισμό, κυρίαρχο ρεύμα της εποχής του, αλλά τον υπερβαίνει.
Στην Ελλάδα υπήρχε και υπάρχει ενδιαφέρον για την ποίησή του. Έχουμε τα παραδείγματα του Εγγονόπουλου, του Σαχτούρη, τις μεταφραστικές απόπειρες του Δημήτρη Δήμου, της Όλγας Βότση,  του Δημήτρη Ιατρόπουλου, της Έλενας Νούσια, του Ανδρέα Αγγελάκη.Το ενδιαφέρον συνεχίζεται και στον 21ο αιώνα με νεότερους μεταφραστές που μπαίνουν στο παιχνίδι, όπως ο Παπαντωνόπουλος, η Αβραμίδου και ο Αθανάσιος Λάμπρου και άλλοι. Μια συγκριτική μελέτη των μεταφράσεων αυτών θα μας έδειχνε το πώς και το γιατί οι μεταφραστές επιστρέφουν στο έργο του Τρακλ, αλλά και πώς διαβάζεται σήμερα ο ποιητής, αν και γιατί μπορεί να αγγίξει τον σύγχρονο αναγνώστη.
Γεννήθηκε στο Σάλτσμπουργκ  στις 3 Φεβρουαρίου του 1887, έζησε σε μια εποχή που ο κόσμος  άλλαζε θεαματικά, μια μεγάλη ιστορική εποχή βάδιζε στο τέλος της.  Η Αυστροουγγαρία παρακμάζει, εθνικιστικές συγκρούσεις, εσωτερικές διαμάχες, διαφθορά. Τα τεχνολογικά επιτεύγματα, ο εκσυγχρονισμός, η σύγχρονη ζωή στις μεγαλουπόλεις, η αλλαγή των ιδεών, η απομάκρυνση από τη φυσική αρμονία, προκαλούν μια έντονη συναισθηματική αγωνία η οποία είναι έκδηλη στα έργα των εκπροσώπων του εξπρεσιονισμού. Ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος θα αλλάξει το χάρτη της Ευρώπης, θα διαλύσει αυτοκρατορίες, θα γκρεμίσει αυταπάτες, θα φέρει τον κόσμο αντιμέτωπο με τη σύγχρονη φρίκη. Ο ποιητής διαισθάνεται, προορά και βιώνει την αληθινή εικόνα αυτού του γερασμένου και βαθιά διαβρωμένου κόσμου.
Η οικογένειά του αδιαφορεί για τις λογοτεχνικές του επιδόσεις. Ο πατέρας του ένας ευκατάστατος έμπορος σιδήρου, διαμαρτυρόμενος στο θρήσκευμα, αξιοσέβαστος στην πόλη, στηρίζει την οικογένεια  μέχρι το θάνατό του. Η μητέρα του, καθολική στο θρήσκευμα, υπέφερε από κατάθλιψη και έτσι τη φροντίδα των παιδιών της ανέλαβε μια γαλλίδα γκουβερνάντα. Από μικρός μαθαίνει τη γαλλική γλώσσα και στα εφηβικά του χρόνια γοητεύεται από την ποίηση του Μποντλέρ, του Βερλέν, και του Ρεμπώ. Ο νεαρός Τρακλ νιώθει απομονωμένος και η μόνη ουσιαστική επαφή υπάρχει με την αδελφή του Μαργκαρέτε, γνωστή ως Γκρετλ, φύση καλλιτεχνική με ιδιαίτερο ταλέντο στη μουσική. Η παρουσία της είναι αναγνωρίσιμη στα ποιήματά του. Η ισχυρή επικοινωνία τους, η αφοσίωση του ενός προς τον άλλο και οι συχνές αναφορές του Τρακλ σε θέματα  ενοχών, ιδίως σε πρώιμα γραπτά του, προκάλεσαν υποψίες ότι ανάμεσα στα δυο αδέλφια υπήρχε μια πραγματική ερωτική σχέση.
Σπουδάζει Φαρμακευτική στη Βιέννη και στη συνέχεια προσπαθεί να εργαστεί. Πουθενά δεν προσαρμόζεται, πουθενά δε στεριώνει. Αδυνατεί να ενταχτεί σε μια τακτοποιημένη ζωή εντός της αυστηρής αστικής κοινωνίας. Μια φυγή τον κυνηγά διαρκώς, μονίμως βρίσκεται στα όρια της επιβίωσης. Τα ναρκωτικά του δίνουν τη δυνατότητα να ταξιδεύει σε δικούς του κόσμους, ενώ παράλληλα η τέχνη είναι το πεδίο έκφρασης αυτών των εμπειριών, μια βοήθεια να αντιμετωπίσει το Πνεύμα του Κακού, που τον ακολουθεί σε όλη τη διάρκεια του βίου του, χωρίς να μπορεί να λυτρωθεί απ΄ αυτό. Η πρώτη συλλογή ποιημάτων του εκδίδεται το 1913, ενώ ήδη από το 1912 συνεργάζεται με το περιοδικό Der Brenner, ένα έντυπο που φιλοξένησε τις σημαντικότερες φωνές της πρωτοπορίας στη γερμανόφωνη επικράτεια.
Το 1914, με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, φεύγει σε μια υγειονομική μονάδα στο μέτωπο της  Γαλικίας ως τραυματιοφορέας.  Η εξάρτησή του από τα ναρκωτικά, οι ενοχές και η συναισθηματική του αστάθεια επιδεινώθηκαν με το ξέσπασμα του πολέμου. Αυξήθηκαν οι κρίσεις κατάθλιψης και οι τάσεις αυτοκτονίας. Όπως αναφέρει ο ίδιος σε μια επιστολή του, λαχταρά να του συμβεί κάτι που θα φέρει την κάθαρση ή την καταστροφή. Μετά τη μάχη του Γκρόντεκ, όπου βρέθηκε μόνος του στη δυσχερή θέση να περιθάλψει ενενήντα βαριά τραυματισμένους, κατέρρευσε και επιχείρησε να αυτοκτονήσει, όμως τον πρόλαβαν. Μεταφέρεται στο νοσοκομείο της Κρακοβίας και εκεί πεθαίνει τη νύχτα της 3ης προς 4η Νοεμβρίου από μεγάλη δόση κοκαΐνης σε ηλικία 27 ετών. Ατύχημα ή αυτοκτονία; Πιθανότατα το δεύτερο. Εκεί στο μέτωπο, γράφει τα τελευταία του ποιήματα.
Ο σύντομος βίος του κατακλύζεται από την αγωνία της δημιουργίας και την απελπισία να διαχειριστεί τις αβυσσαλέες  εσωτερικές του συγκρούσεις. Σ’ όλη του τη ζωή υπήρξε ένας μοναχικός ταξιδευτής, ανοίκειος και ξένος του κόσμου τούτου, ένας οδοιπόρος που έρχεται από τα νυχτερινά μονοπάτια του συλλογικού ασυνειδήτου ανασύροντας εικόνες φθοράς, σήψης, παράγωγα μιας βαθιάς και αλύτρωτης ενοχής. Ζει την απόγνωση και την οδύνη  του μέσα σε χαλεπούς καιρούς, ενώ η σκιά του θεού  απομακρύνεται από τον κόσμο, βιώνει την αγωνία για το ανέφικτο της σωτηρίας, τη θλίψη του για τους αγέννητους απογόνους. Το ανθρώπινο γένος έχει παραδοθεί στις δυνάμεις του κακού και η ποίηση είναι για αυτόν η μόνη δυνατότητα αυτορρύθμισης του συντετριμμένου ψυχικού του κόσμου. Μια ποίηση που υπερβαίνει το εφήμερο του βίου κι αναζητά να απεικονίσει το ανθρώπινο πεπρωμένο, την ουσία της ύπαρξης, το ταξίδι της ψυχής στον κόσμο και την αβάσταχτη νοσταλγία της για την αρχέγονη ενότητα του κόσμου. Οι λέξεις του αποκτούν οντότητα και θαρρείς έρχονται να εκφράσουν ως λόγος προφητικός, ως λόγος αποκάλυψης, τη σκοτεινή πορεία του ανθρώπινου πεπρωμένου.  Ζει το τέλος μιας εποχής, αλλά αυτό δεν διαφαίνεται ρητά στα ποιήματά του, όπου ο εσωτερικός εφιάλτης κινεί, κατά προτεραιότητα,  τα νήματα.
Ποιήματα σύντομα ή μεγαλύτερα, ελεγείες για την ανθρώπινη μοίρα, που τα επεξεργάζεται βασανιστικά σε πολλαπλά σχεδιάσματα. Ποιήματα δομημένα με ακρίβεια και αυστηρή ισορροπία, χωρίς τίποτα το περιττό, αποτελούν ουσιαστικά ένα ενιαίο ποίημα, το οποίο μέσα από φαινομενικά ασύνδετες εικόνες, υποταγμένες ωστόσο στο δικό τους εσωτερικό ρυθμό, μέσα από ήχους και σιωπές εκφράζουν την πραγματικότητα και τα εφιαλτικά οράματα ενός ψυχισμού που κατατρύχεται από την υπαρξιακή αγωνία, την ενοχή και την ανάγκη  επιστροφής, έστω και μέσω του θανάτου, σε μια προγεννητική κατάσταση παραδείσου.
Τα ποιήματά του συντίθενται με επαναλαμβανόμενα μοτίβα, σήματα που λειτουργούν ταυτόχρονα σε πολλά επίπεδα. Διατηρώντας την ηχητική τους δύναμη και  το κυριολεκτικό τους περιεχόμενο, κινούνται την ίδια στιγμή και στο χώρο της συμβολικής μεταφορικής γλώσσας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η σταθερή παρουσία ορισμένων χρωμάτων, όπως είναι το χρυσαφί, το ασημί, το λευκό, το μαύρο και, κυρίως, το γαλάζιο, σύμβολο της έννοιας του ιερού, της νοσταλγίας του ουρανού, που ξυπνά μέσα μας το αίτημα της απεραντοσύνης. Η εικόνα και η μουσικότητα συνιστούν δομικά γνωρίσματα της ποίησής του. Η γλώσσα του αποκαλύπτει και την ίδια στιγμή συγκαλύπτει τα νοήματα. Μοιάζει περιγραφική, με λεξιλόγιο λιτό και όχι εξεζητημένο, χωρίς απρόβλεπτους νεολογισμούς, παρά μόνο κάποιες καινούριες σύνθετες λέξεις με έκδηλα τα συνθετικά τους μέρη και με λίγους αρχαϊσμούς που παραπέμπουν στην ποιητική παράδοση. Μολονότι η ζωή του βρίσκεται  μετασχηματισμένη σε λέξεις μέσα στην ποίησή του, ποτέ ο Τρακλ δεν εξομολογείται, δεν αυτοβιογραφείται άμεσα , παρά μόνο έμμεσα και υπαινικτικά αφήνει να φανούν τα ίχνη του ιστορικού πάσχοντος προσώπου.  Ο ποιητής κρατά τη σοφή απόσταση από το βίωμα κι όσο ωριμάζει μιλά κυρίως σε  γ’ πρόσωπο,  στοχεύοντας στην απόδοση μιας καθολικότερης διάστασης των πραγμάτων.
Τα ανθρώπινα όντα που κινούνται στο άχρονο σύμπαν του Τρακλ είναι πλάσματα μοναχικά και βασανισμένα, είδωλα του ποιητικού υποκειμένου και καλούνται να μεταγράψουν με λέξεις το δικό τους και το δικό του εσωτερικό τοπίο.   Είναι οι ξένοι, οι μοναχικοί, οι τρελοί, οι έκπτωτοι άγγελοι, οι κοινωνικά αποκλεισμένοι, οι μοναχικοί οδοιπόροι, που αναζητούν την ψυχή του κόσμου, την απολεσθείσα ενότητα, τη λύτρωση μέσα στη σκοτεινή νύχτα του κόσμου. Η παρουσία τους και μόνο φέρει  λόγο αληθείας, αλλάζει προς στιγμήν το τοπίο, αιφνίδια παρέμβαση μιας άλλης καθαρής ενέργειας, η οποία παίρνει για λίγο σάρκα και οστά και αποκαλύπτει, μέσω αυτών των πλασμάτων, τις κρυμμένες εικόνες πίσω από τη γαλήνη του τοπίου, φανερώνει τη ζοφερότητα του κακού. Τα πρόσωπα αυτά, που ο ίδιος από το χώρο του πραγματικού τα οδηγεί στο χώρο του συμβολικού, κινητοποιούν το φόβο και προκαλούν την οργή των εφησυχασμένων και των δυνατών, γι’ αυτό και περιθωριοποιούνται, διώκονται ακόμη και θανατώνονται. Ο νεαρός Έλις βίωσε νωρίς την οδύνη της ύπαρξης και  προχωρά «με ανάλαφρο βήμα μες στη νύχτα», όπου μέσα από την επιστροφή του στην άχρονη ενότητα των όντων βρίσκει τη δικαιοσύνη και τη γαλήνη της πνευματικότητας. Ο Ελιάν, μια μορφή που φέρει με ταπεινότητα την θεϊκή αύρα του αγίου στον επίγειο τόπο του μαρτυρίου, ο Κάσπαρ Χάουζερ, ένα παιδί της φύσης, δίχως ταυτότητα που η σκληρότητα του κόσμου του αρνείται το δικαίωμα της ύπαρξης, ο Σεβαστιανός, μια μορφή αμφιλεγόμενη, που με τη ζωή του έκανε πράξη την πεποίθηση του Τρακλ ότι η ζωή σ’ αυτό τον σαπισμένο κόσμο είναι παραδομένη στο πνεύμα του κακού και η υπεράσπιση της αγάπης και της καθαρότητας είναι δρόμος μαρτυρίου.
Θα συναντήσουμε ακόμη τα πρόσωπα των γονιών του ως παρουσίες (του πατέρα) αλλά και ως τραυματικές απουσίες (της μητέρας) και κυρίως τη μορφή της αδελφής του, στην οποία συχνά απευθύνεται και την παρουσία της συχνά επικαλείται.  Η Μαργαρίτα –Ιωάννα ή  Γκρετλ υπάρχει ορατή ή αόρατη στα ποιήματά του. Εμφανίζεται με διάφορες όψεις: ως μοναχή, ως ξένη, ως ο Εσταυρωμένος. Στη μορφή της αντικρίζει τον εαυτό του, εκεί συντελείται η απόλυτη ενότητα  αρσενικού-θηλυκού, η απόλυτη ταύτιση. Οι ενοχές που γεννιούνται από αυτή τη σχέση ριζώνουν στη συνείδησή του, μεγεθύνονται, μετατρέπονται σε παραισθητικά τέρατα, ενίοτε ελκυστικά και την ίδια στιγμή αποτρόπαια. Βυθισμένος στο προσωπικό του δράμα και στον πόνο που αυτό συνεπάγεται είναι ελάχιστα ανθεκτικός στο συλλογικό δράμα της εποχής του και του πολέμου, με αποτέλεσμα το ευρύτερο κλίμα  της παρακμής και του τέλους υπόγεια και σκοτεινά να επιτείνει, να τροφοδοτεί  και να ενισχύει το ήδη ζοφερό ψυχικό του τοπίο. 
Μπορούμε να διαβάσουμε τα ποιήματά του και ως ένα κείμενο αποκάλυψης για την αναπόδραστη πορεία του ανθρώπου στην υπηρεσία και την αποθέωση του κακού, ως  ταπεινή προφητεία για το τέλος μιας εποχής.  Οι απόηχοι της θρησκευτικής αγωγής είναι αναγνωρίσιμοι στο λόγο του Τρακλ. Η επιδίωξη της ιερότητας και το αίτημα της αγάπης του Θεού διαφαίνονται έντονα στην ποίηση του, μέσα από τις οραματικές και μεταφυσικές εικόνες του έργου του, που η ιδιαίτερη ηχητική τους τις κάνει ν’ αποκτούν μιαν απόκοσμη βεβαιότητα, καθιστώντας τις αναπόφευκτα λειτουργικές. Η αίσθηση της αμαρτίας και η απεγνωσμένη  ελπίδα για λύτρωση είναι έκδηλες στο λόγο του, μαζί με τη νοσταλγία της αθωότητας, όπως αυτή  εικονίζεται στα νεανικά και πρόωρα χαμένα πλάσματα, ένα από τα οποία είναι κι ο ίδιος ο εαυτός του.
Είναι μια ποίηση που μας γοητεύει με το ρυθμό της, μας καθηλώνει με τις τρομερές αντιθέσεις της, καθώς συνυπάρχουν όψεις του κόσμου ελκυστικές αλλά και φριχτές συνάμα. Ο λόγος του μας φέρνει αντιμέτωπους με την άγρια και αβυσσαλέα πλευρά της ζωής, τη βία της ανθρώπινης φύσης, τη σαπίλα και τη διαφθορά ενός πολιτισμού, τον πόνο των ζωντανών πλασμάτων και του θανάτου την παντοδυναμία, μ’  αυτή την τρομερή όψη της ζωής, τη σκοτεινή που ο πολιτισμός μας  την συγκαλύπτει και την ωραιοποιεί παντοιοτρόπως και επιμελώς.
Σήμερα έναν αιώνα μετά το θάνατό του, ο Τρακλ υπογραμμίζει και τους δικούς μας εφιάλτες για το τέλος μιας μεγάλης εποχής.  Ο αφαιρετικός και συμβολικός λόγος του διεισδύει στο σκοτεινό μέρος της ψυχής μας, όπου κατοικούν τραύματα, απαγορευμένοι έρωτες, εξαρτήσεις καταχρήσεις, ενοχές, αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές,  πένθος και κυρίως φόβος για το απειλητικό φάσμα της παρακμής και του θανάτου. Εκεί, λοιπόν, βρίσκει πρόσφορο έδαφος για να συνομιλήσει με τους επιμελώς αλυσοδεμένους φόβους μας για το τέλος του κόσμου, για το πώς και το γιατί του θανάτου. Η ποίηση του Τρακλ μας αγγίζει και για έναν άλλο λόγο: γιατί εκπορεύεται από την ενοχή. Κι είμαστε όλοι γέννημα θρέμμα ενός  πολιτισμού, που έχει στα θεμέλιά του ως βασικό υλικό την  ενοχή.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου