ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΚΑΠΛΑΝΗ

ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΚΑΠΛΑΝΗ

Μάρκος Μέσκος "Τα λύτρα της Ποίησης"

Μάρκος Μέσκος, Μαύρο Δάσος I, II, Γαβριηλίδης, Αθήνα 2011
και Τα Λύτρα, Γαβριηλίδης, Αθήνα 2012

The Books' Zournal  26 Dek. 2012

Τα λύτρα της Ποίησης
Ένα βιβλίο είναι μεταξύ άλλων κι ένας καινούριος τόπος. Σ’ ένα καινούριο τόπο ήρθαν να εγκατασταθούν όλα τα προηγούμενα ποιητικά έργα του Μάρκου Μέσκου,  όσα είχαν εκδοθεί από το 1958 μέχρι το 2009,  μαζί με δύο ποιήματα ποιητικής εν είδει δοκιμίων με τους τίτλους  Υποκειμενική αναφορά και Μετά το ποίημα, που ανοίγουν και κλείνουν δίκην προλόγου και επιλόγου τη δίτομη αυτή έκδοση.  Διαβάζοντας πάλι όλες αυτές τις συλλογές τη μια πλάι στην άλλη, διαπιστώνουμε ότι έχουμε έναν ποιητή που από τα πρώτα του βήματα, συνειδητά, δημιουργεί ένα έργο εν προόδω.  Θέματα, μοτίβα, εικόνες, λέξεις -κλειδιά, τεχνικές και φόρμες στο ένα βιβλίο προοιωνίζουν και προετοιμάζουν τα επόμενα βιβλία και παράλληλα στα καινούρια βιβλία ανιχνεύονται αντίστοιχα στοιχεία των προηγούμενων ποιημάτων, που τώρα αναδιατάσσονται, συμπυκνώνονται ή αναπτύσσονται διεξοδικότερα∙  οπωσδήποτε όμως εξελίσσονται. Το ένα ποίημα γεννά το άλλο μέσα σε ένα διαρκές γίγνεσθαι. Ακόμα και οι τίτλοι των ποιητικών συλλογών συνθέτουν μόνοι τους ένα ποίημα. Το ποίημα αυτό βρίσκεται στη συλλογή Στον ενικό και πληθυντικό ψίθυρο.
Στάσιμο
αν αυτοβιογραφία)

Ανάμεσα στον ίσκιο της γης, ισόβια φαντάσματα της Ελευθερίας
σαν Μαυροβούνι, σαν άνθη στο καταραμένο φίδι, σαν άλογα στον Ιππόδρομο και σαν ιδιωτικό νεκροταφείο, ψιλόβροχο και χαιρετισμοί καθώς ελεγείες βροτών, όλα, σαν όλα πριν από το θάνατο και μνήμη
ζωής και λύτρα πορθμείων.

Τελικά, συνήθεια της αιμόφυρτης αγάπης η Ποίηση όταν κάποιος
από το βάθος πάντα φωνάζει

-υπήρξα θνητός, θνητός, θνητός κάποτε
κόκκινη χλόη.

Το ποίημα αυτό είναι πράγματι σαν αυτοβιογραφία. Δίνει με τον πιο επιγραμματικό τρόπο το ποιητικό στίγμα του Μέσκου και αναφέρει τους τίτλους των περισσότερων ποιητικών του έργων, όσων βρίσκονται στη συγκεντρωτική έκδοση, αλλά και του νέου του βιβλίου που κυκλοφόρησε  πάλι από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης με τον τίτλο Τα Λύτρα. Ένα φιλοσοφικό λυρικό ποίημα για το θάνατο με το οποίο η ροή του ποιητικού έργου του Μέσκου συνεχίζεται απρόσκοπτα. Τι είναι τα Λύτρα; Τα λύτρα είναι, βεβαίως,  το τίμημα που πρέπει να καταβληθεί για να απελευθερωθεί ένας αιχμάλωτος.  Εδώ ποιος είναι  ο αιχμάλωτος και ποια τα λύτρα;  Εδώ τα ποιήματα είναι τα λύτρα που καταβάλλει  ο ποιητής για να εξαγοράσει τη ζωή του;  Να προπληρώσει το θάνατο; Να απελευθερωθεί από την αιχμαλωσία της ποίησης;  Μια σπουδή θανάτου που ανακινεί ερωτήματα, ποιος είναι ο κόσμος, καλεί σε απολογισμό ζωής, αμφισβητεί ως πλάνη την αιωνιότητα και προετοιμάζει την ψυχή για τον αποχαιρετισμό και το πέρασμα από της λήθης το κατώφλι. Στο βιβλίο αυτό, όπως και στο προηγούμενο, Στον Ενικό και Πληθυντικό ψίθυρο, ο ποιητής εστιάζει εμφανώς σε ένα θέμα. Εκεί ήταν η ποίηση,  στα Λύτρα είναι ο θάνατος.  Κι ανάμεσά τους το στοχαστικό επιλογικό ποίημα με τίτλο Μετά το ποίημα που έρχεται να συνδέσει το προηγούμενο βιβλίο με το επόμενο, τη δίτομη έκδοση με το καινούριο βιβλίο, έρχεται να συνεχίσει τη ροή αυτού του ενιαίου ποιητικού έργου, για το οποίο μιλήσαμε εξαρχής. Γιατί για τον Μέσκο: Ταυτόσημη ζωή το ποίημα. Κι όταν το ποίημα τελειώνει είναι σαν κάτι να πεθαίνει. Αποκοπή από το σώμα, θα φύγει μακριά και πρέπει να μείνε εκεί. Πάλι στο μέλλον, η μοναχική σου ύπαρξη και ο πόνος του κόσμου πάλι. Και φοβάσαι πολύ το ποίημα: Μέσα στις φλέβες σου ακίνητο αίμα. Με αυτούς τους στίχους, όπου τίθεται το θέμα του αποχωρισμού του ποιητή από το ποίημα, η συνακόλουθη μοναξιά και η απώλεια, το ανικανοποίητο από το εν τέλει ανέκφραστο, τελειώνει η δίτομη έκδοση και μεταβαίνουμε στα Λύτρα.

Μολονότι ο θάνατος είναι παλαιός του γνώριμος, με αισθητή διαρκώς παρουσία στη ζωή και την ποίηση του,  εδώ ο ποιητής επιχειρεί με τη σοφία της ωριμότητας, μιαν εξοικείωση και μια συμφιλίωση μαζί του, αποπειράται διακριτικά να διερευνήσει  τις κινήσεις και τις προθέσεις του.  Επιπλέον δοκιμάζει τις δικές του αντοχές και δυνάμεις απέναντι στη σκιά του θανάτου, που είναι ορατή μέσα στα χρώματα της ζωής και στην καρδιά της άνοιξης, αναρωτιέται για το όριο που χωρίζει τη ζωή από το θάνατο και την ίδια στιγμή με απόλυτη κατάφαση στο παρόν γυρεύει να τον αντικρίσει με τη ματιά του ανθρώπου που προσπαθεί έντιμα και γενναία να συμφιλιωθεί με τον ακατανίκητο αντίπαλο, αναγνωρίζοντας παράλληλα και τον αναγκαίο ρόλο του στην ύπαρξη της ίδιας της ζωής. Τον αντιμετωπίζει, λοιπόν, με τη χαρμολύπη που αναπόφευκτα συνοδεύει μια τέτοιαν αποδοχή. 
Το δεύτερο μέρος του βιβλίου με τίτλο Σήματα, τίτλο που παραπέμπει στα διακριτικά γνωρίσματα,  σε καθετί που μεταδίδεται, σε κάτι που προειδοποιεί,  στα μηνύματα και βέβαια στο μνήμα, στον τάφο περιέχει ποιήματα σχεδόν επιγραμματικά, σαν μηνύματα θαρρείς αινιγματικά, φωτάκια που ανάβουν ξαφνικά κι αμέσως σβήνουν, δηλωτικά της πανταχού μυστηριώδους αλλά και φυσικής παρουσίας του θανάτου. Το τρίτο μέρος περιέχει  τα Τρία υστερόγραφα ποιήματα με τη μορφή του πεζού ποιήματος, όπου η γραφή του Μέσκου απογειώνεται για ν’ ανοίξει έναν ακόμη δρόμο να προχωρήσει πιο πέρα. Τρία ποιήματα με πρωταγωνιστές τρία σημαίνοντα στοιχεία του ποιητικού σύμπαντος του Μέσκου, τα Πλατανόφυλλα, τα Πουλιά, το Άλογο.
Το πρώτο, τα Πλατανόφυλλα, είναι μια ποιητική παραβολή για τη συνειδητή πορεία προς το θάνατο. Μια πορεία με γενναιότητα, αποδοχή αλλά και με πίστη και όνειρο για τη ζωή που συνεχίζεται και χωρίς εμάς και με παρακαταθήκη μια έμπρακτη επαναστατική και ρομαντική αποκήρυξη της απληστίας και της βρωμιάς του χρήματος, που πυροδοτεί τις συμφορές και καταργεί το θαύμα. Το δεύτερο, τα Πουλιά, ένας ύμνος στη γλώσσα και μια υπόμνηση του ύψιστου διακυβεύματος της ζωής μέσα στην απειλητική σκιά τη θανάτου με ρητές και δεδηλωμένες τις αναφορές στην Ιλιάδα ως σύμβολο αρχετυπικού πολέμου. Με τα ονόματα των πουλιών, μιαν εαρινή σύναξη των φτερωτών κατοίκων της φύσης και αχώριστων συντρόφων και συνομιλητών του ποιητή, με τα ονόματα των τόπων και των ανώνυμων κατοίκων τους που συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο κι από τις δυο μεριές κι ακόμη αναπνέουν στα ερείπια, με τα ονόματα των πρωταγωνιστών,  Ελλήνων και Τρώων, οι λέξεις εδώ τιτιβίζουν, γίνονται πουλιά και εικονογραφούν ως η ασπίδα του Αχιλλέα, τα αντίθετα: τον πόλεμο και την ειρήνη, τη ζωή και το θάνατο και καταδεικνύουν τη ματαιότητα της δόξας και του διαχωρισμού σε νικητές και ηττημένους. Και το τρίτο, Το άλογο, πλάσμα οικείο κι αναγνωρίσιμο στην ποίηση του Μέσκου, προικισμένο με μνήμη υπηρετεί τον άνθρωπο στα έργα της ειρήνης και του πολέμου, αλλά και κλαίει και μιλά και διαισθάνεται, όπως τα Άλογα του Αχιλλέα, αλλά και όπως ο Πήγασος έχει φτερά και δέχεται να το ιππεύουν οι ποιητές. Εδώ το άλογο που έσπασε τη σιωπή και μιλά και κοινωνεί πρωταγωνιστεί σ’ ένα όνειρο που προς στιγμήν πάει να γίνει εφιάλτης για τον ποιητή πως τάχα η φύση σιωπά, το άλογο χάνει τη φωνή του, ο λόγος σώνεται, άλογο παράλογο άφωνο τάχα γερασμένο των σφαγείων τάχα, όμως το λησμονημένο τραγούδι από τον Ίσκιο της γης διαλύει τον εφιάλτη: Μακρινέ μικρέ μου φίλε αναποδογύρισε πάλι το άλογο να τρέξει. Τίποτα δεν τέλειωσε, η φύση μιλά, ο λόγος ρέει, η ποίηση δεν πεθαίνει, πορεύεται να συναντήσει αυτούς που την προσμένουν.
Ξαναδιαβάζοντας το σύνολο του έργου του, διαπιστώνουμε ότι η ποίησή του από τα πρώτα της κιόλας φανερώματα, από το 1958 μέχρι σήμερα, εξακολουθεί να είναι επίκαιρη, διώξε αυτό το σκιάχτρο που ζωγράφισε η φτώχεια έξω από το παράθυρο, ενώ  δεν ήταν ποτέ επικαιρική, μολονότι η Ιστορία υπήρξε ένας από τους βασικούς θεματικούς της άξονες. Τα ποιήματά του έρχονται να μιλήσουν το ίδιο ζωντανά κι αποτελεσματικά και σήμερα, καθώς η βαρβαρότητα της εποχής σιδερώνει με τα πέλματα την αθωότητά μας.  Είναι εμφανής η αντοχή της γλώσσας τους,  τα θεμέλιά τους καλά ριζωμένα στη γη, τα θέματά τους, τα μεγάλα θέματα της ζωής, της δημιουργίας και του θανάτου : και μην ξεχνάς, το μέγεθος προκύπτει από το μύθο που ιστορείς, αναφέρει ο ποιητής.
Η γενιά του Μέσκου έζησε τη συγκλονιστική εμπειρία του Πολέμου και το τραύμα του Εμφυλίου, γεγονότα που διαμόρφωσαν την προσωπικότητά του κι άφησαν τα ανεξίτηλα ίχνη τους στη ζωή και το έργο του. Τα ιστορικά και πολιτικά γεγονότα της εποχής εκείνης, η ήττα της Αριστεράς, οι μακροχρόνιες συνέπειες του πολέμου αυτού στον καθημερινό βίο, το παράδοξο κι οι εκτροπές της βίας, η ματαίωση των ονείρων μιας γενιάς, οι μειονοτικές διακρίσεις, η μετατροπή των αθώων σε εξιλαστήρια θύματα, περνούν  στην ποίησή του μέσα από τις ζωές των απλών ανθρώπων, των ανωνύμων για την επίσημη ιστοριογραφία αλλά επωνύμων για τον ίδιο, των συμπατριωτών, των ανθρώπων του δικού του κόσμου που έχουν υποστεί τις συνέπειες μιας πραγματικότητας που ξεπερνά τη φαντασία. Βλέπει, ζει, μαθαίνει τα ασυγχώρητα εγκλήματα, βιώνει όσο τίποτα άλλο την απώλεια. Παρακολουθεί το κοινωνικό σώμα να διαμελίζεται αβοήθητο και συνθέτει το δικό του έπος της καθημερινότητας με τους δικούς του ήρωες. Εκεί επάνω αναπτύσσεται ο στοχασμός πάνω στην πολιτική και την Ιστορία. Είναι για τον ποιητή αδήριτη ανάγκη και προσωπικό του χρέος να διατηρήσει τη μνήμη ζωντανή, να φανερώσει αυτά που αποσιωπούνται. Θέλει να περισώσει τα χαμένα πράγματα, τις χαμένες αισθήσεις των ανθρώπων, τις επιθυμίες που δεν πρόλαβαν καν να ομολογηθούν και αναλαμβάνει το ποίημα να τις ομολογήσει, να τις λυτρώσει, να τις μνημονεύσει, έτσι ως χοές, μνημόσυνο στους νεκρούς που εμπνεύσανε τα ποιήματά του. Ακόμη θεωρεί και κοινωνικό του χρέος να μιλήσει γι’ αυτά τα ανομολόγητα περιστατικά της Ιστορίας, να συμβάλει στη γνώση αλλά και στην αυτογνωσία των ανθρώπων. Ποίηση ανθρωποκεντρική, ουμανιστική με στέρεες ηθικές αξίες τη ζωή, το σεβασμό στα μικρά και μεγάλα πράγματα, στην ελευθερία, τη δικαιοσύνη, την αγάπη και  την αξιοπρέπεια.
Ο γενέθλιος τόπος και οι γλώσσες του έθρεψαν το ψυχικό τοπίο του ποιητή. Ο γενέθλιος τόπος γίνεται ποίημα. Εκεί το ποιητικό υποκείμενο παρακολουθεί την επίγεια πορεία του, την καταγράφει μαζί με τις αλλαγές στο φυσικό και ανθρώπινο περιβάλλον.  Εκεί διαδραματίστηκαν γεγονότα που στιγμάτισαν το βίο του κι από εκεί τα ανασύρει, γι’ αυτό και τα τοπία του γενέθλιου τόπου δημιουργούν την εντύπωση ότι πάντα έχουν κάτι να σου πουν, κρύβουν τα δικά τους μυστικά, έχουν μαγική ομορφιά και ανεξάντλητη δύναμη παραμυθίας, ενώ το αστικό τοπίο, μολονότι ο Μέσκος έζησε μεγάλο χρονικό διάστημα στις δύο μεγάλες πόλεις, Αθήνα και Θεσσαλονίκη, δεν έχει παρά μικρή θέση στο σκηνικό χώρο της ποίησής του.
Η οργανική σχέση του ποιητικού λόγου με τη φύση είναι ένα στοιχείο  αναγνωρίσιμο στην ποίησή του και δηλωτικό της σχέσης του με το δημοτικό τραγούδι και τον Σολωμό.  Οι επίμονες γλωσσικές αναζητήσεις, ο  φυσιοκρατικός λυρισμός, η ανάγκη και η έγνοια της ιστορικής προοπτικής στο ποιητικό έργο, η αναζήτηση του συλλογικού αισθήματος, αλλά και η διάθεση να σκεφτούμε μέσω της Φύσης την Ιστορία συνδέουν με ένα ισχυρό νήμα τον Μέσκο με τον Σολωμό. Η φύση έρχεται ν’ αναδείξει το ανθρώπινο δράμα, το καθημερινό αλλά και το ιστορικό. Η οργανική σχέση μαζί της, η οικειότητα κι η επικοινωνία με τα στοιχεία της μαθαίνουν στον άνθρωπο  την παρουσία και την αποδοχή των αντιθέσεων, τη μαγική ισορροπία των αντίθετων συναισθημάτων, τη χαρμολύπη. Αυτή η σχέση αποτυπώνεται στην ίδια τη γραφή του Μέσκου με την εσωτερικά ρυθμική ροή του λόγου του, με τις πυκνώσεις και αραιώσεις των στίχων, την ανάσα της φύσης και των πλασμάτων της ως σταθερών συνομιλητών,  με τις εναλλαγές των χρωμάτων και των συναισθημάτων. Όλα  δίνουν  μια φυσική οικονομία στην ποίησή του που αναγεννιέται με τους δικούς της ακλόνητους ρυθμούς, πολλαπλασιάζεται κι ανθοφορεί με τους δικούς της σπόρους κι ανιδιοτελώς προσφέρει τα αγαθά της, γιατί αυτό είναι προορισμένη να κάνει. Όσο δίνει, άλλο τόσο γεννά. Μια πηγή γενναιόδωρη που αξιοποιεί τον εσωτερικό της πλούτο και τον αυξάνει, δίνοντας. Αδειάζει κα την ίδια στιγμή γεμίζει πάλι..
Ο Μέσκος παρατηρεί τον κόσμο, τον άνθρωπο και τα γεγονότα της ζωής, ζει τα όνειρα της νύχτας, κρατά ζωντανή τη φαντασία του παιδιού έχει την έγνοια της ομορφιάς και το πάθος της Ελευθερίας, της δικαιοσύνης και του ξάστερου αισθήματος. Από  το βλέμμα, τη φαντασία και το όνειρο  ο εσωτερικός κόσμος, οι μνήμες,  οι ήχοι, οι συλλαβές, οι λέξεις κινητοποιούνται για να συγκροτήσουν το τοπίο ενός ακόμη ποιήματος. Γνωρίζει τα πράγματα πριν τα ονομάσει. Τα έχει βιώσει. Το θλιβερό και το χαρούμενο, το πολυσήμαντο και τα απλό, σκληρότητα κι ευαισθησία, λογικό και παράλογο συνυπάρχουν στη ζωή και στο ποίημα.  Η συγκίνηση και η συνείδηση σε αγαστή συμφωνία. Η  γλώσσα ζωντανός οργανισμός, σαρξ εκ της σαρκός του. Ό,τι λέγεται από τα χείλη του ποιητή το σώμα τα έχει βιώσει. Λόγος βιωματικός που αναζητά το ουσιώδες κι όταν το συλλαμβάνει, το εκφράζει πλέρια, λιτά χωρίς περιττά στολίδια.
Το ποιητικό υποκείμενο έχει πολύ διακριτική παρουσία στο ποίημα. Ψιθυρίζει, δεν κραυγάζει επιδεικτικά, υποχωρεί, αφήνοντας στο φως μορφές, εικόνες, καταστάσεις, διαθέσεις και συναισθήματα να μπαίνουν μπροστά. Δεν υπάρχει ένα εγώ που τίθεται στο κέντρο του ποιήματος και υπερτονίζει το ρόλο του. Δεν έχουμε την ποίηση των προσωπείων ούτε την εμμονή στην αναζήτηση μιας προσωπικής ταυτότητας. Το εγώ δεν αυτοαναλύεται, αποδέχεται ό,τι του έχει συμβεί και με μιαν αξιοπρέπεια το φανερώνει διακριτικά, υπαινικτικά ως κάτι που αφορά τον άνθρωπο γενικότερα.  Άλλωστε τα μυστικά ποτέ δεν αποκαλύπτονται, ισχυρίζεται ο ποιητής. Κυρίαρχα και κυριαρχικά συναισθήματα, όπως ο Έρωτας, στο ποιητικό σύμπαν του Μέσκου, δονούνται μέσα από τον ποιητικό λόγο και φανερώνονται πολύ προσεκτικά και διακριτικά. Σπάνια εκδηλώνουν την έντασή τους, για παράδειγμα στα Άνθη στο Καταραμένο φίδι, με μικρές εκρήξεις λόγου, με στίχους επιγραμματικούς, όταν δεν αντέχεται άλλο η σιωπή τους.
Οι ανάγκες του υλικού που συσσωρεύεται μέσα του ωθούν τον ποιητή να δοκιμάζει διάφορες τεχνικές. Ελεύθερο στίχο αλλά και έμμετρο, πεζά ποιήματα, σονέτα, μεγαλύτερα ποιήματα, μικρότερα, επιγραμματικά, σπαράγματα στίχων. Οι φόρμες δεν αποτέλεσαν ποτέ αυτοσκοπό για τον Μέσκο. Είναι  οι ευέλικτες μήτρες μέσα από τις οποίες παίρνει μορφή της ψυχής το υλικό στην προσπάθεια του να εκφράσει το ανείπωτο.  Ο λόγος του Μέσκου προϋποθέτει  αισθητική μέριμνα αλλά όχι εκζήτηση,  προϋποθέτει επίμονη αναζήτηση της έκφρασης ώστε ν’ αρθρώσει την ουσία του. Λυρισμός με δωρική λιτότητα. Η ποίηση είναι ήχος, συλλαβές που με κόπο σχηματίζουν λέξεις και με άλλο τόσο κόπο συνταιριάζονται σε λόγο  ικανό να  απεικονίζει, αλλά και να θέτει σε κίνηση το εσωτερικό σύμπαν του δημιουργού.
Η ποίηση είναι για τον Μέσκο στάση ζωής που επιλέγει συνειδητά το κατακτημένο περιθώριο. Δεν συναλλάσσεται, δεν εξαγοράζεται, δεν ενδίδει στις αγορές και στις κάθε λογής εξουσίες. Ζει μέσα στην Κόλαση της Ιστορίας και επιμένει στην κατάφαση της ζωής. Αφετηρία της δημιουργίας του Μέσκου ένα μόνιμο πένθος και απέναντι του η φιλική σκιά του δύσκολου αναγνώστη που γυρεύει ένα άλλο παράθυρο για να αντικρίσει τον κόσμο, αναζητά μια φιλική φωνή που θα τον στρέψει εντός του, για να  κοιτάξει τον εαυτό του με καθαρό βλέμμα, να κάνει το δικό του ηθικό απολογισμό,  να βρει το παιδί που κρύβει μέσα του και  να συμφιλιωθεί με μια ζωή που περιέχει και το θάνατο, που η στάχτη κι η λησμονιά υπερισχύουν. Τα ποιήματα του Μέσκου έρχονται να υπενθυμίσουν στον αναγνώστη την ανάγκη να βρει ο άνθρωπος τον άνθρωπο και μαζί να αναστήσουν σε αυτόν τον κατακερματισμένο κόσμο τη χαμένη συλλογικότητα. Η ποίηση είναι αντίσταση στην καπηλεία της ζωής μας. Όσο υπάρχει η ζωή, ο Μέσκος επιμένει, θα υπάρχει και η ποίηση. Πάντα μια νέα φωνή θα γυρεύει να μιλήσει με το δικό της τρόπο για τις ανάγκες, τα αισθήματα και τα όνειρα των ανθρώπων.

Κάθε πουλί έχει το κλαδί του- και με καμιά διάθεση
Μονιμότητας πάνω σ’ αυτό.
Όσο ζει κελαηδεί εκεί πάνω∙
Και με τη γλώσσα του!

Κοινωνικά λυρικός ποιητής, νεορομαντικός, που μας καλεί να ακούσουμε εκ νέου τις φωνές της φύσης και να μάθουμε τη γλώσσα της, μας κινεί  να γυρεύουμε το ουσιαστικό και αναγκαίο για την τροφοδοσία της ψυχής μας, ελεγειακός, βιωματικά φιλοσοφικός, ουσιαστικά πολιτικός, με ένα λόγο που γίνεται όλο και πιο μεστός, πιο ελλειπτικός, παραβολικός  και καίριος, ο Μάρκος Μέσκος συνεχίζει την πορεία του στην ελληνική ποίηση,  «σιγανά και ταπεινά», έχοντας διαμορφώσει τη δική του πρακτική φιλοσοφία κι ένα ιστορικό ένστικτο καλά ακονισμένο.  Βλέπουμε καθαρά την πορεία του ποιητή, ένα ρεύμα καθαρού λόγου που κυλά, απλώνεται, αναδιπλώνεται και πάλι ανοίγεται, διακλαδίζεται και συνεχίζει να ρέει. Υπάρχει μια συνειδητή κατεύθυνση εξαρχής, μια πορεία στον δικό του απελπισμένο έρωτα της ουτοπίας, με αδιαπραγμάτευτο ηθικό κέντρο και κυρίαρχο το ενδιαφέρον για τον άνθρωπο, την ποίηση και τη συνέχεια της ζωής.


Βικτωρία Καπλάνη



           

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου